Ομιλία του Δημάρχου Αμαρουσίου Γ. Πατούλη στο Συνέδριο της ΚΕΔΚΕ για την Διοικητική Μεταρρύθμιση

Print Friendly, PDF & Email






 












|download _.jpg file 345 KB|


Το ζήτημα της διοικητικής μεταρρύθμισης και της δημιουργίας μιας νέας διοικητικής δομής στην πρωτοβάθμια Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελεί ζήτημα πρώτης προτεραιότητας, τόσο για το κράτος, όσο και για τους φορείς της Αυτοδιοίκησης.


Το θέμα έχει τεθεί εδώ και χρόνια και όλα δείχνουν ότι πλέον οι συνθήκες είναι ώριμες για να προχωρήσουμε στην πρώτη σοβαρή προσπάθεια, μετά το 1997, για μια διοικητική και λειτουργική αναδιάρθρωση των Ο.Τ.Α.


Είναι ξεκάθαρο ότι εάν δεν αξιοποιήσουμε έγκαιρα τα συμπεράσματα που έχουν προκύψει από την εφαρμογή του Πρώτου Καποδίστρια, αλλά και τη διεθνή εμπειρία, προχωρώντας στη μείωση του αριθμού των Δήμων μέσα από τη συγκρότηση πληθυσμιακά και χωρικά μεγαλύτερων γεωγραφικών μονάδων, σε πολύ σύντομο χρόνο δεν θα μπορούμε να ανταποκριθούμε στις ολοένα και αυξανόμενες απαιτήσεις της κοινωνίας των πολιτών.



|download _.jpg file 332 KB|


Αυτό σημαίνει ότι οι Δήμοι μας δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν ούτε σε επίπεδο διοίκησης και οργάνωσης, αλλά ούτε και σε οικονομικό επίπεδο στις προκλήσεις της νέας εποχής.


Και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορούμε να παρέχουμε αποτελεσματικές και ποιοτικές υπηρεσίες στους πολίτες μας.


Φυσικά, η νέα μορφή Της διοικητικής διάρθρωσης των Δήμων οφείλει να αντιμετωπιστεί ως μια καθαρά πολιτική διαδικασία, που θα στοχεύει:



  • στην διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των Ο.Τ.Α.

  • στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας τους, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των τοπικών κοινωνιών

Είναι αποδεκτό από κάθε αντικειμενικό παρατηρητή, ότι ο πρώτος Καποδίστριας αποδείχθηκε στην πράξη ανεπαρκής.


Έγιναν άστοχες επιλογές. Πολλές φορές υπακούοντας σε μικροκομματικές σκοπιμότητες.


Αλλά το κυριότερο πρόβλημα ήταν πως το εγχείρημα της  Ισχυρής Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν στηρίχθηκε από την Πολιτεία ούτε με  τους απαραίτητους πόρους, αλλά ούτε και με το απαραίτητο προσωπικό που θα στελέχωνε τις υπηρεσίες των νέων Δήμων που δημιουργήθηκαν.


Γι αυτό πρέπει να μην επαναληφθούν ξανά τα λάθη του παρελθόντος.


Γι αυτό είναι αναγκαίο να υπάρξει ένας ολοκληρωμένος και ουσιαστικός διάλογος, τόσο μέσα στα όργανα της Αυτοδιοίκησης, όσο και μεταξύ Πολιτείας και θεσμικών οργάνων, όπως είναι η ΚΕΔΚΕ, προκειμένου να καταλήξουμε στο νέο μοντέλο και στις νέες δομές.


Η νέα διοικητική δομή που θα προωθηθεί θα πρέπει να λάβει υπόψη της την ανάγκη εγκαθίδρυσης συστημάτων διαχείρισης μητροπολιτικών λειτουργιών.


Μητροπολιτική οργάνωση για την Αθήνα και τη  Θεσσαλονίκη, Μητροπολιτική Οργάνωση για πολεοδομικά συγκροτήματα του Λεκανοπεδίου.
Μητροπολιτική Οργάνωση  για πολεοδομικά συγκροτήματα και της υπόλοιπης Χώρας.
Αυτό φυσικά προυποθέτει ότι το κριτήριο δεν θα περιοριστεί στην  χωρική μόνο συγκρότηση, αλλά θα προσαρμόσει στις νέες ανάγκες και το σύστημα δημοτικής διακυβέρνησης, προκειμένου να ενισχυθεί και η αποτελεσματικότητα του κάθε Μητροπολιτικού Δήμου και να ικανοποιηθούν οι βασικές ανάκγες των κατοίκων του.


Θα πρέπει όμως να γίνει κατανοητό ότι από μόνη της η Μητροπολιτική Συγκρότηση των Δήμων δεν αρκεί, αν δεν ενταχθεί στο πλαίσιο μιας συνολικής διοικητικής μεταρρύθμισης της χώρας, αν προηγουμένως δεν έχουμε προχωρήσει σε μια συνολική μεταρρύθμιση του διοικητικού και πολιτικού συστήματος της χώρας μας.


Με αποκεντρωμένους θεσμούς, μέσα από τη λειτουργία των οποίων θα ενδυναμώνεται ο ρόλος των τοπικών και περιφερειακών αρχών.


Κι όχι με τη μορφή που λειτουργεί το κράτος σήμερα. Η Ελλάδα διατηρεί το θλιβερό προνόμιο να έχει καταστεί το πιο συγκεντρωτικό κράτος της Ευρώπης των 27.


Φίλες και φίλοι


Η καθυστέρηση της διοικητικής ανασυγκρότησης των μεγάλων αστικών κέντρων Αθήνας και Θεσσαλονίκης  έχει σαν αποτέλεσμα την αναπαραγωγή και τη διαιώνιση πολλών και σύνθετων προβλημάτων, που δυσκολεύουν την καθημερινότητα του μισού περίπου πληθυσμού της χώρας.


Αυτά τα προβλήματα τα βιώνουμε ως Δήμαρχοι στην καθημερινή άσκηση των καθηκόντων μας.


Ο κατακερματισμός των αρμοδιοτήτων ,  η ύπαρξη πολλών φορέων και υπηρεσιών με αλληλοκαλυπτόμενες αρμοδιότητες, η απουσία ενιαίου σχεδιασμού για την αντιμετώπιση ζητημάτων με διαδημοτική διάσταση, η μεταφορά αρμοδιοτήτων και λειτουργιών από την κεντρική εξουσία χωρίς όμως και τους αντίστοιχους πόρους, είναι θέματα που αντιμετωπίζουμε και μας βάζουν εμπόδια στην καθημερινή μας λειτουργία.


Η διοκητική μεταρρύθμιση της χώρας αποτελεί λοιπόν μια χρυσή ευκαιρία για να υπάρξει μια συνολική ρήξη με τις καταστάσεις αυτές, με τις κατεστημένες νοοτροπίες και τα συμφέροντα που καθιστούν ακόμη και σήμερα την αυτοδιοίκηση δέσμια ενός συγκεντρωτικού και αναποτελεσματικού κράτους.


Οι ρήξεις είναι αναγκαίες, αν θέλουμε να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της νέας εποχής.
Πρέπει λοιπόν να προχωρήσουμε μπροστά.


Και να διεκδικήσουμε δυναμικά,  μια πραγματική διοικητική, πολιτική και οικονομική μεταρρύθμιση που θα αναδείξει το νέο αναβαθμισμένο ρόλο της Αυτοδιοίκησης.


Η δημιουργία ενός βιώσιμου μητροπολιτικού αυτοδιοικητικού μοντέλου, προυποθέτει ότι οι νέοι Δήμοι θα συγκροτηθούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται  :


    * η βιωσιμότητά τους
    * η δυνατότητά τους να παρέχουν πολλές και ποιοτικές υπηρεσίες στους πολίτες τους
    * η ικανότητά τους να συμμετέχουν σε αναπτυξιακές παρεμβάσεις που θα δίνουν την ευκαιρία να αξιοποιείται το ανθρώπινο δυναμικό των τοπικών  κοινωνιών
    * η δυνατότητα τους να αναπτύσσουν δράσεις και πρωτοβουλίες που προστατεύουν το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής των πολιτών, διασφαλίζοντας συνθήκες ισόρροπης ανάπτυξης μέσα στα όρια τους


Οι νέοι Μητροπολιτικοί Δήμοι χρειάζεται να λειτουργούν ως ανοικτές πόλεις, με κριτήρια πληθυσμιακά, χωροταξικά, κοινωνικοοικονομικά και πολιτισμικά.


Τα κριτήρια αυτά είναι σημαντικά, γιατί δεν μπορείς να συνενώσεις Δήμους που δεν έχουν κοινά χαρακτηριστικά.


Αλλά από εκτός από κοινά χαρακτηριστικά η θεσμοθέτηση της μητροπολιτικής οργάνωσης θα πρέπει επίσης να προβλέπει ότι τα αιρετά όργανα θα είναι αρμόδια να αντιμετωπίζουν με ενιαίο τρόπο τα προβλήματα του μητροπολιτικού χώρου.


Αλλά και ότι και θα διασφαλίζεται επαρκώς η εκπροσώπηση όλων των πολιτών που θα συγκροτούν τον ενιαίο Δήμο. Στοιχείο ιδιαίτερα κρίσιμο ώστε να μην αισθανθούν ποτέ οι πολίτες ότι ο Νέος Δήμος είναι μακριά από την καθημερινότητά τους.


Γιατί με τον τρόπο αυτό αλλοιώνεται ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του θεσμού, που είναι η αμεσότητά του με τον πολίτη.
Επειδή η Τοπική Αυτοδιοίκηση στοχεύει κυρίως στην ευημερία των πολιτών σε τοπικό επίπεδο, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι η νέα δομή θα συγκροτείται με βάση την «ταυτότητα» και τα ενδιαφέροντα των τοπικών κοινωνιών και θα φροντίζει να εξασφαλίζεται αποτελεσματική και εύκολη πρόσβαση στα όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.


Στο ίδιο πλαίσιο επίσης θα πρέπει να αποσαφηνιστεί εξαρχής ότι ζητήματα όπως  ο πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός, η τοπική ανάπτυξη, η κοινωνική πολιτική, το περιβάλλον και η ποιότητα ζωής, η διαχείριση των απορριμμάτων, οι μεταφορές και τα τεχνικά έργα, το κυκλοφοριακό και η πολιτική προστασία,  θα αποτελούν αντικείμενο ευθύνης και δράσης των νέων μητροπολιτικών Δήμων.


Βσική παράμετρος επιτυχίας του νέου διοικητικού μοντέλου είναι η επαρκής οικονομική του στήριξη.


Στήριξη στην πράξη, κι όχι στα λόγια όπως έγινε με τον Καποδίστρια το 1997.


Η πρόταση της ΚΕΔΚΕ για τη σύνταξη ενός Εθνικού Επιχειρησιακού Προγράμματος Υποστήριξης για τους νέους ΟΤΑ, το οποίο θα χρηματοδοτείται με πόρους ανεξάρτητους από την ΚΑΠ και θα αξιοποιεί τις χρηματοδοτικές δυνατότητες του ΕΣΠΑ είναι μια πρόταση σωστή.


Αλλά πιστεύω ότι δεν αρκεί από μόνο του ένα τέτοιο πρόγραμμα.


Για να στηριχθεί το νέο εγχείρημα χρειάζονται ουσιαστικές κινήσεις που θα διασφαλίσουν σε βάθος χρόνου την οικονομική αυτοτέλεια των Ο.Τ.Α..


Πέραν από την απόδοση των παράνομα παρακρατηθέντων από την Πολιτεία πόρων που μας ανήκουν, πρέπει να υπάρξουν κι άλλες ρυθμίσεις.


Μια από αυτές, είναι ο τερματισμός μιας απαράδεκτης κατάστασης, που είναι  η μεταφορά αρμοδιοτήτων και λειτουργιών από την Κεντρική Εξουσία προς την Αυτοδιοίκηση, χωρίς να συνοδεύεται από την αντίστοιχη μεταφορά πόρων.


Πρέπει η Πολιτεία να αντιληφθεί ότι κάθε υπηρεσία που προσφέρουμε κοστίζει. Όταν λοιπόν μας μεταβιβάζει την υπηρεσία, θα πρέπει να τη συνοδεύει και από τους αντίστοιχους πόρους, τους οποίους η ίδια εισπράττει από τον πολίτη αλλά αρνείται να μεταβιβάσει.


Δεν είναι δυνατόν να εισπράττει το κράτος τα τέλη από τα Ι.Χ. και να μην τα αποδίδει στο σύνολο τους στους Δήμους, όταν στους Δήμους έχει ήδη περάσει η ευθύνη να επιδιορθώνουν με δικούς τους πόρους το οδικό δίκτυο που διέρχεται από τα όρια τους.


Δεν μπορεί από τη μια η Πολιτεία από τη μια να νομοθετεί και να μας υποχρεώνει να χορηγούμε αυξήσεις και επιδόματα στο προσωπικό μας, χωρίς από την άλλη να μας διασφαλίζει τις απαραίτητες πιστώσεις.


Στα πλαίσια της μητροπολιτικής λειτουργίας δεν θα πρέπει και οι Δήμοι που εκτελούν συγκοινωνικό έργο , λειτουργώντας δίκτυο δημοτικής συγκοινωνίας, να δικαιούνται επιδότηση από το Κράτος, ή ακόμη και να μπορούν να βάζουν εισιτήριο ; Γιατί αυτά τα δικαιώματα να τα δικαιούται μόνον η κρατική ΕΘΕΛ;


Γιατί να έχουν δικαίωμα να επιβάλλουν διόδια οι ιδιώτες  που εκμεταλλεύονται μεγάλους οδικούς άξονες που διέρχονται τις πόλεις μας και να μην έχουμε δικαίωμα να εισπράττουμε κι εμείς ως Δήμοι μέρος των εσόδων αυτών, ως αντισταθμιστικό όφελος για την περιβαλλοντική και όχι μόνον επιβάρυνση που προκαλούν στην πόλεις μας;


Πρέπει ή δεν πρέπει να αναγνωριστεί και στους Μητροπολιτικούς Δήμους το δικαίωμα να επιβάλλουν περιβαλλοντικό τέλος σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στα όρια τους  και επιβαρύνουν το περιβάλλον;


Ώστε με τα έσοδα από αυτό να χρηματοδοτούν έργα και παρεμβάσεις που αναβαθμίζουν τη ζωή των πολιτών;


Αντίστοιχο δικάιωμα δεν έχει και η ΔΕΗ , η οποία εισπράττει από κάθε ελληνικό νοικοκυριό το τέλος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας; 


Όλα αυτά είναι κρίσιμα ζητήματα που μας αφορούν όλους.


Η ελληνική κοινωνία χρειάζεται ΟΤΑ οικονομικά αυτοδύναμους και λειτουργικά ανεξάρτητους, ώστε με την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της αποκέντρωσης να μπορούν να σχεδιάσουν, να προγραμματίσουν, να υλοποιήσουν και να αξιοποιήσουν τοπικές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες όπως άλλωστε επιβάλλει η ευρωπαϊκή πραγματικότητα και επιτάσσει ο νέος Δημοτικός και Κοινοτικός κώδικας.


Το νέο μοντέλο μητροπολιτικής οργάνωσης είναι σίγουρα ένα σημαντικό βήμα μπροστά.


Για να μην αποδειχθεί όμως στην πράξη μετέωρο βήμα και να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα , θα πρέπει εμείς πρώτα από όλους, οι εκπρόσωποι της Αυτοδιοίκησης, να διασφαλίσουμε ότι θα διεκδικήσουμε αυτά που χρειάζονται για να πετύχουμε.


Σας ευχαριστώ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο